Ο ΛΥΚΟΣ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ
Η λάμψη του χιονιού. Οι κέδροι σα γαλάζιες φλόγες.
Το φεγγάρι είν’ ασημένιο μάτι.
Το τρίξιμο απ’ τα κόκαλα των οδοιπόρων. Η μακρινή ηλιαχτίδα.
Σα μια συνομιλία σβησμένη. Ο άνεμος στο δροσερό σεντόνι.
Η στιγμιαία βροχή. Το σιτεμένο ταμπούρλο. Η σακούλα.
Τα μάτια από χρυσή βροχή.
Το σύννεφο και το φεγγάρι. Η ασημένια του όψη μιας στιγμής.
Το πέτρινο δρομάκι. Ο άνεμος στο υγρό σεντόνι.
Η απόμακρη βροντή. Τ’ ανάλαφρο σου βήμα.
Το σύννεφο θολώνει τον καθρέφτη. Η ματωμένη του όψη.
Το δάσος είναι γαλανό. Η βροντή στο τέλος του δρόμου. Το ταμπούρλο.
Το καλύβι. Ο νοτερός καπνός. Το φώς μέσ’ απ’ τα κουρτινάκια.
Ο άνεμος είν’ ο χτύπος. Οι κραυγές. Το ύψωμα.
Ο λύκος τη νύχτα. Ο λύκος στην πόρτα. Η σύντομη αστραπή.
Το δάχτυλο δείχνει. Το μάτι με πέρλες βροχής.
Η ματωμένη μούρη του στην πόρτα. Η μυρουδιά του καμένου ξύλου.
Η βροχή διαλύει το πέπλο της. Λιώνει τη γάζα στην όψη της.
Το αίμα. Η βροχή στο λαιμό.
Η καταδίωξη μέσ’ απ’ τους γαλάζιους κέδρους. Τ’ ανεμοπανταλόνι.
Το μαχαίρι στην τσάντα. Η νερένια πληγή.
Το φεγγάρι είναι μάτι ματωμένο. Οι κέδροι είναι φλόγες γαλάζιες.
Ο λύκος στο δάσος. Η απόμακρη βροντή.
Ο νοτερός καπνός στο σπίτι. Το αίμα στο χιόνι.
Το σπίτι τ’ άδειο.
Το μάτι με πέρλες βροχής. Ο άνεμος στο παγερό σεντόνι.
Το μαχαίρι στο χιόνι.
FELIX DE AZUA
ΗΛΙΑΣ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
25.6.09
Ο ΛΥΚΟΣ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ
19.6.09
ΥΠΑΡΧΕΙΣ
(PICASSO, ΟΙ ΕΡΑΣΤΕΣ)
ΥΠΑΡΧΕΙΣ
ΥΠΑΡΧΕΙΣ
Στο σύννεφο το κόκκινο της δύσης
Στις βαθιές κρυφές μου παραισθήσεις
Στην ερωτική ορμή μου
Στο ρίγος που περνάει το κορμί μου
Στο τρελλό νεανικό μου πάθος
Στο καυτό του πόθου μου το βάθος
ΥΠΑΡΧΕΙΣ
Στο αντιφέγγισμα του φεγγαριού, στο δάκρυ
Στου δικού μου του παράδεισου την άκρη
Στου ερωτιασμού μου την ανείπωτη μαγεία
Στων αχτίδων του ήλιου τη θωπεία
Στα σκισμένα πέπλα της ντροπής μου
Στις ασύδοτες κραυγές της ηδονής μου
Υπάρχεις
Στην τρέλλα του χθές, του σήμερα, του τώρα
Σ’ αυτήν την τραγική του τέλους μας την ώρα...
ΥΠΑΡΧΕΙΣ
1978
Στο Ντίνο
Καίτη Κανδηλώρου
Πολύπους ίππος
Ποιήματα
Αθήνα 2009
18.6.09
GABRIELLE DIDOT
GABRIELLE DIDOT
Το βράδυ ετούτο κάρφωσε μ’ επιμονή το νου μου
κάποια γυναίκα που άλλοτες εγνώρισα, κοινή,
που ωστόσο αυτή ξεχώριζεν από τις αδελφές της,
γιατί ήταν πάντοτε σοβαρή, θλιμμένη και στυγνή.
Θυμάμαι που την πείραζαν συχνά τ’ άλλα κορίτσια,
γελώντας την για το ύφος της το τόσο σοβαρό,
και μεταξύ τους έλεγαν, αισχρό κάνοντας σχήμα,
πως θα συνήθιζε και αυτή με τον καιρό.
Κι αυτή, ψυχρή και σιωπηλή, καθόταν στη γωνιά της,
ενώ μια γάτα χάιδευε με αυτάκια μυτερά
κι ένα σκυλί που δίπλα της στεκόταν λυπημένο –
ένα σκυλί όπου ποτέ δεν κούναε την ουρά.
Κι έμοιαζ’ η γάτα, που αυστηρή την κοίταζε στα μάτια,
η πλήξη ως να ’ταν, που με μάτια κοίταε ζοφερά,
και το σκυλί που εδάγκωνε το κάτασπρό της χέρι,
η τύψη ως να ’ταν έμοιαζε, που εδάγκωνε σκληρά.
Πολλές φορές περίεργες την εκύκλωναν σκέψεις
και προσπαθούσε – μου ’λεγε- συχνά να θυμηθεί,
το νου της βασανίζοντας τις ώρες της ανίας,
όσους μαζί της είχανε μια νύχτα κοιμηθεί.
Ώρες πολλές εκοίταζα τα σκοτεινά της μάτια
κι ενόμιζα πως έβλεπα βαθιά μέσα σ’ αυτά
τρικυμισμένες θάλασσες, νησιά του αρχιπελάγους
και καραβάκια που έφευγαν με τα πανιά ανοιχτά.
Απόψε αναθυμήθηκα κάποια κοινή γυναίκα
κι ένα τραγούδι εσκάρωσα σε στύλ μπωντλαιρικό,
που ως το διαβάζεις, σιωπηλέ, παράξενε αναγνώστη,
γελάς γι’ αυτόν που το ’γραψε, με γέλιο ειρωνικό.
ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ
6.6.09
PRELUDIO
PRELUDIO
Odio l’ usata poesia...
Μισώ την ποίηση την κοινή· το αφήνει
το κορμί της, χωρίς να λαχταρίζη,
του πρόστυχου· και πέφτει στα φιλιά του
κι αποκοιμιέται.
Δική μου είν’ η στροφή που πάει, χορεύτρα,
ρυθμικά και σκιρτά, σαν την παινεύουν,
ολάγρυπνη. Πετά, τη φτεραδράχνω,
γυρνά, δε θέλει.
Στο σφιχταγκάλιασμα όμοια του Σιλβάνου
του αντιστέκεται η βάκχη· στριμωμένα
μια στιγμή, της ορθώνονται πιο ωραία
τα ολόανθα στήθια.
Ανάκατα, φιλιά, σκούσματ’ , απάνου
στο πυρό στόμα· αστράφτει μαρμαρένιο
το μέτωπο· λυμένα τα μαλλιά της
αεροσαλεύουν.
GIOSUE CARDUCCI
ΜΤΦΡ. ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
2.6.09
ΜΙΚΡΑ
1. Όταν φτάσεις στη σιωπή θα ξέρεις.
2.Tραγούδα το χειμώνα, που σε έκανε να νιώσεις την 'Ανοιξη.
3. Nα στοχάζεσαι μόνο είναι εγωϊσμός. Nα στοχάζεσαι και να δίνεις, είναι καθήκον.
4. Ένας σκοπός, δεν είναι δα και μικρή υπόθεση.
5. Eίδωλα. Λιβάνι τους η ανθρώπινη ματαιοδοξία.
6 Aυταπάτη ανόδου. Tρέχει ανάποδα σε κυλιόμενη σκάλα.
7. H μνήμη βοηθάει να πας βαθειά στο μέλλον.
8. Προσποιητή μετριοφροσύνη. Xυδαιότερη από την έλλειψή της.
9. H προοπτική γεννάει όνειρα. Kι είναι από τις ωραιότερες η μοιρασιά τους.
10. Yπάρχω. Eίπαν ότι με αγαπάνε.
11. Kάπου εδώ. Σε τούτο τον μικρόκοσμο κρύβεται η ευτυχία.
12. 'Αρχισε τα όνειρα πριν το χάραμα και ξέχασε το παράθυρο κλειστό.
13. Kαλοντυμένος. H φόδρα στο σακκάκι του με τρύπα, στη θέση της καρδιάς.
14. Όσο κι αν σε βαραίνει η θλίψη, πλύνε το πρόσωπο βάλε τα καλά σου και βγες στο φώς. Mέσα από τη λάσπη τους, θα αναδυθείς πεντακάθαρος. Bγες στους ανθρώπους και κυρίως στο φως.
15. Γραφειοκράτες, που δικαιολογούν την ύπαρξή τους με μιάν υπογραφή σχεδιάζουν τρύπες στο αντίσκηνο του ποιητή.
16. Tο πρώτο βήμα ελευθερίας, όταν δεν ήθελε να αποδείξει στον εαυτό του τίποτα. Δεύτερο, όταν δεν ήθελε να αποδείξει τίποτα στους άλλους.
17. Eρωτευμένος με τη ζωή και χορτάτος τόσο, που ο θάνατος δεν θα του στερούσε τίποτα.
18. Yπάρχουν ταίρια που το ένα μισό εξαφανίζει το άλλο, αγνοώντας ότι εξαφανίζεται αυτό το ίδιο το ταίρι.
19. Tο μοναδικό ρούχο που μας ζεσταίνει τους χειμώνες, είναι οι στιγμές, που δεν αποτελούν είδηση για κανέναν.
20. Φτιάχνουμε βάθρα ειδώλων και δεν ξέρουμε τι να στήσουμε πάνω τους. Kάποιοι τα τυλίγουν με πλαστικές σημαίες συγκεντρώσεων.
21. Mα, τι φταίει εκείνη που την φόρτωσες με όσα ήθελες να ’χει;
22. Nα φοβάσαι τις αποστάσεις. Ωραιοποιούν το παρελθόν και τους ήρωές του.
23. Στην ανωνυμία, πλουσιότερος.
24. Έγδαρε το πρόσωπο, αλλάζοντας μάσκες αυτοσυντήρησης.
25. Oι ναυτικοί χαμογελούν, γιατί έζησαν τη μοναξιά ανάμεσα σε ανθρώπους και αγάπησαν ότι φοβόνταν περισσότερο. Tη θάλασσα.
...Μικρές ποιητικές συνθέσεις του Γιώργου Δουατζή που αντέγραψα από το http://www.radioart.gr/Gr/perasma.php
από εκεί παίρνω και τον τίτλο που δίνω στην σημερινή ανάρτηση, η φωτογραφία είναι επίσης του Γιώργου Δουατζή!