12.12.10

ΤΟ ΒΑΠΟΡΙ

ΤΟ ΒΑΠΟΡΙ

Θόλωνε το βράδυ και βαρύ επροχώρει
μπλάβο σαν 'να σύγνεφο μελάνι
μέσα στην αχλύ του -όργιο- το βαπόρι
κι ήμπε σιγανά μέσ' στο λιμάνι.

Το βαπόρι, είπα με ψυχή σκιαγμένη,
νάτο το βαπόρι-όρνιο νάτο,
τάχα ποιόν ν'αρπάξει έχει έρθει και προσμένει
μουχτερό και δόλιο, από εδώ κάτω;

Ήταν μου το θάρρος έντρομο - και όμως
μαύρες υποψίες έχω εντός μου
- ξέρω - ένας κρύφιος θα με φέρει δρόμος
οξ' από τα όρια του κόσμου.

Αχ δυστυχισμένος έκλαιγα όλη νύχτα
τις προετοιμασίες κάνοντας του Άδη
κι όλο το βαπόρι ρεύονταν κι αλύχτα
-ύαινα τυφλή- μέσ' το σκοτάδι.

Την αυγή δεν τόδα! Στα νερά επροχώρει
μια γραμμή -που τα ουράνια σμίγει-
φιδωτή μου δείχνει πούθε το βαπόρι,
πούθε το βαπόρι μου, είχε φύγει.

Τώρα, πιο θολωμένος την ψυχή μου ανοίγω,
τραγουδεί πικρά η λύπη εντός μου:
Αχ τι ευκαιρία πούχασα να φύγω
οξ' από τα όρια του κόσμου!..

Γιάννης Σκαρίμπας