EDWARD VI
Στου Γουετμίνστερ το βουβό και σκυθρωπό αββάτο
στα πόδια των μεγάλων του προγόνων ξαπλωμένος
τον μαρμαρένιον ύπνο του ο Έδουάρδος ο Έκτος
δεκάξη χρόνων Βασιλιάς – κοιμάται αγνοημένος.
Ένα παιδί ήταν σοβαρό, ευγενικό, θλιμμένο·
Έζησε μες στο κρύο του παλάτι με βιβλία
κι είχε επισκόπους κι αυστηρούς σοφούς για συντροφιά του:
ο θανατός του ήτανε η μόνη του ιστορία.
Ούτε έρωτες είχε ποτές, ούτ’ έκανε πολέμους,
γι’ αυτό, στο μαρμαρένιο του τον τάφο δεν σκαλίσαν
τα θριαμβικά οικόσημα που οι προγονοί του αφήσαν,
μα χάραξαν βασιλικό οικόσημό του άνθη:
τα κρίνα τα γαλατικά και του Τυδόρ τα ρόδα.
Κι ως να’ ταν τ’ άνθη αληθινά, ο τάφος του εύωδα!
ΚΩΣΤΑΣ ΟΥΡΑΝΗΣ
2.4.09
EDWARD VI
8.11.08
ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ
ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ
«Είπατε τω Βασιλεί:»
ΜΑΝΤΕΙΟΝ ΤΩΝ ΔΕΛΦΩΝ
Το λάλο εσώπασε νερό για πάντα και στη στείρα
την κοίτη του εγείρανε βαριά και μαραθήκαν
οι δάφνες οι ελληνικές και της ελιάς οι κλώνοι:
ενάντια, Ιουλιανέ, μάταια πας στη Μοίρα.
Αφήσανε τον Όλυμπο παντέρημο οι Θεοί,
οι Αθηναίοι των νικών ξεχάσαν τον παιάνα
και Σύροι ναύτες άκουσαν μια νύχτα σκοτεινή
να κλαίνε στις ελληνικές ακτές τον Μέγα Πάνα.
Στον ομφαλό του ελληνικού κόσμου, την Ολυμπία,
σήμερα μήτε Πίνδαροι, μήτε φωνή καμία:
μέσα στο φώς ασάλευτη φαντάζει τώρα ως τάφος.
Δεν εσταυρώθηκε ο Θεός της Ναζαρέτ μονάχος,
Ιουλιανέ, αλλά μ’ αυτόν μαζί η πλατιά οικουμένη
στον ξύλινο του Γολγοθά σταυρό είναι σταυρωμένη.
ΚΩΣΤΑΣ ΟΥΡΑΝΗΣ
5.11.08
ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗΣ
Don Quijote and Sancho Panza by PICASSO
ΔΟΝ ΚΙΧΩΤΗΣ
Ατσάλινος και σοβαρός απάνω στ’ αλογό του
το αχαμνό, του Θερβάντες ο ήρωας περνάει•
και πίσω του, στο στωικό γαïδούρι του καβάλα,
ο ιπποκόμος του ο χοντρός αγάλια ακολουθάει.
Αιώνες που ξεκίνησε κι αιώνες που διαβαίνει
με σφραγισμένα απίσημα, ερμητικά τα χείλια
και με τα μάτια εκστατικά, το χέρι στο κοντάρι,
πηγαίνοντας στα γαλανά της Χίμαιρας βασίλεια...
Στο περασμά του απ’ τους πλατιούς του κόσμου δρόμους, όσοι
τον συντυχαίνουν, για τρελό τον παίρνουν, τον κοιτάνε,
τον δείχνει ο ένας του αλλουνού―κι ειρωνικά γελάνε.
Ώ ποιητή! Παρόμοια στο διάβα σου οι κοινοί
οι άνθρωποι χασκαρίζουνε. Άσε τους να γελάνε:
Οι Δον Κιχώτες παν μπροστά κι οι Σάντσοι ακολουθάνε!
ΚΩΣΤΑΣ ΟΥΡΑΝΗΣ
ΠΟΙΗΜΑΤΑ, ΕΚΛΟΓΗ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:ΑΛΟΗ ΣΙΔΕΡΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΣΤΙΑ
13.5.08
ΤΟ ΓΕΡΙΚΟ ΚΑΡΑΒΙ
ΤΟ ΓΕΡΙΚΟ ΚΑΡΑΒΙ
Σπάσε τις αλυσίδες σου,
πένθιμο καράβι, κοιμισμένο κοντά στις αποβάθρες!
Μην ακούς πια
τη φωνή τη νευριασμένη, τη φωνή την κλαψερή της κιθάρας
στ’ ανήσυχα τα χέρια των ναυτικών, των πιλότων!
σπάσε τις αλυσίδες σου!...Είναι στον αέρα ένα ρίγος
πουλημένου έρωτα στις ταβέρνες, πάνω στον ποταμό,
έρωτα χτηνώδικου, που ξεχνάει μόλις απολάψει,
έρωτα χωρίς πόνο, φιλιών χωρίς παρακάλια,
φιλιών που δαγκάνουν, που πονούν, μα που δεν ξέρουν να σκλαβώνουν...
Άσε το παρελθόν κοντά στις αποβάθρες, Καράβι μου!
Κύματα ονείρου, άσπροι αφροί μακρυά, σου κάνουν νεύματα
να πάρεις την απόφαση να ξεκινήσεις.
Ανεβαίνει το φεγγάρι, φωτίζοντας όλη τη θάλασσα!
(Κοίτα τα χάδια των αφρών μέσα στο φεγγαρίσιο φώς...)
Ξεκίνα γρήγορα, φύγε γρήγορα, Καράβι μου,
Το Μέλλον σε καλεί-πήγαινε προς τη θάλασσα!
Γιατί μόνη η θάλασσα, που είναι προδότρα, δεν ψευτίζει:
Ανθίζει σε νησιά για τον ανυπόμονο ναυαγό
και για τ’ όνειρο που ποθεί ν’ αναπαυθεί.
Χίμαιρα;.., Τι σημαίνει;... Άν η χίμαιρα
μας δίνει τον πυρετό της αναχώρησης!
Άσε το παρελθόν κοντά στις αποβάθρες, Καράβι μου!
-Ξεσπάει σε λυγμούς αργούς το πένθιμο τραγούδι στις κιθάρες
κ’ είναι φιλιά ζεστά στίς ταβέρνες, πάνω στον ποταμό...
Τράβα για τ’ ανοιχτά, πήγαινε προς τη θάλασσα, σπάσε τις
αλυσίδες σου,
μην ακούς πια τη μαγεία του που ξετρελλαίνει!
Φεύγοντας όμως για να σχίσεις γοργότερα
τη νύχτα και το διάστημα,
ρίξε στη θάλασσα τη σαβούρα της πίκρας,
τη σαβούρα σου της αγωνίας και της κούρασης
-της πεθαμένης, της μολυσμένης ζωής-
και , με την πρώρα βέλος, ανάμεσα από τις κραυγές των γλάρων,
χύμηξε προς τη θάλασσα.
Joao de Barros 1881-1960
ΜΤΦΡ.ΚΩΣΤΑΣ ΟΥΡΑΝΗΣ
3.4.08
ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑ
ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑ
Τ’ ωραίο καράβι έτοιμο στο χαρωπό λιμάνι,
γιορταστικά με γιασεμιά και ρόδα στολισμένο,
με τις παντιέρες του αλαφριές στην ανοιξιάτικη αύρα
και τ' Όνειρό μας στο χρυσό πηδάλιο καθισμένο,
μας πήρε για τα Κύθηρα, τα θρυλικά, όπου μέσα
σε δέντρα και λούλουδα και γάργαρα νερά
υψώνεται ο μαρμάρινος ναός για τη λατρεία
της Αφροδίτης-του έρωτα τη θριαμβική θεά.
Μα το ταξίδι ήταν μακρύ κ' η χειμωνιά μας βρήκε!...
Οι φανταχτερές κι ανάλαφρες παντιέρες μουσκευτήκαν,
τα χρώματα ξεβάψανε και τ' άνθη εμαραθήκαν
και, κάπου από τους άξενους τους ουρανούς, το πλοίο
απόμεινε ακυβέρνητο στο κύμα τ' αφρισμένο
με το φτωχό μας Όνειρο στην πρύμνη πεθαμένο
Κώστας Ουράνης
18.2.08
ΕΝΑ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ
ΕΝΑ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ
Σε μια του Βέλγιου ακτή ερημική και κρύα
κάποια νυχτιά οικουμενική μ’έβγαλεν ένα τραίνο
και χάθηκε,σφυρίζοντας στριγγά μεσ’τα σκοτάδια
αφήνοντας με στο σταθμό κατάμονο και ξένο...
Ώ!πόσον ήταν πένθιμος κι’αγριωπός ο τόπος!
Τις μέρες μόνη συντροφιά η κρύα κραξιά του γλάρου,
τις νύχτες ο αδιάκοπος ο ρόχθος των κυμάτων
και το λευκό κι’απόκοσμο το φώς αγνώστου φάρου...
Κι έζησα εκεί ένα θλιβερό φθινόπωρο εξορίας
ανάμεσα σ’απλοικούς ψαράδες που ιστορούσαν
τα κοντινά ταξίδια τους τα βράδυα που γυρνούσαν
ενώ, ρεμβός ,απ’τα θαμπά των καλυβιών τους τζάμια
εκύτταζα τα φωτεινά και ξενικά καράβια
που μακρυά παλεύανε με τα υγρά σκοτάδια....
ΚΩΣΤΑΣ ΟΥΡΑΝΗΣ
3.7.07
ΕΝΑ ΚΑΡΑΒΙ ΦΕΥΓΕΙ
Ένα μεγάλο τετρακάταρτο καράβι
αφήνει αγάλια το λιμάνι - προς το βράδυ.
Η νηνεμία των νερών, καθώς τη σχίζει,
μ' αντιφεγγίσματα λευκών πανιών γεμίζει.
Είν' ένα ξενικό καράβι, στα πλευρά του
με κόπο συλλαβίζει ο κόσμος τ' όνομά του.
Από ποια μακρινά έχει έρθει μέρη
και το πού πάει - κανένας δεν το ξέρει.
Ούτε έν' άσπρο μαντίλι δεν το χαιρετάει,
τώρα που απ' τ' ακρολίμανο σιγά περνάει.
Μόνο οι γυναίκες το κοιτάν απ' τα μπαλκόνια,
σα ν' απολησμονήθηκαν εκεί από τα χρόνια.
Και τώρα που στο πέλαγο αρμενίζει
κι ο δειλινός ο ήλιος το φωτίζει,
- λάμπουν από χρυσάφι τα κατάρτια,
πορφύρες κυματίζουνε στα ξάρτια -,
οι άνθρωπου που κοιτάν στην παραλία
νιώθουν πιο άδεια, πιο στενή την πολιτεία
και πιο γυμνή ο καθένας τη ζωή του
- σαν κάτι να τους έφυγε μαζί του..."
Κώστας Ουράνης