24.7.09

ΔΕΥΤΕΡΑ ΟΔΥΣΣΕΙΑ

ΔΕΥΤΕΡΑ ΟΔΥΣΣΕΙΑ

Dante, Ιnferno, Canto ΧΧVΙ
Τennyson, «Ulysses»

Οδύσσεια δευτέρα και μεγάλη,
της πρώτης μείζων ίσως. Aλλά φευ
άνευ Ομήρου, άνευ εξαμέτρων.

Ήτο μικρόν το πατρικόν του δώμα,
ήτο μικρόν το πατρικόν του άστυ,
και όλη του η Ιθάκη ήτο μικρά.

Του Τηλεμάχου η στοργή, η πίστις
της Πηνελόπης, του πατρός το γήρας,
οι παλαιοί του φίλοι, του λαού
του αφοσιωμένου η αγάπη,
η ευτυχής ανάπαυσις του οίκου
εισήλθον ως ακτίνες της χαράς
εις την καρδίαν του θαλασσοπόρου.

Και ως ακτίνες έδυσαν.

Η δίψα
εξύπνησεν εντός του της θαλάσσης.
Εμίσει τον αέρα της ξηράς.
Τον ύπνον του ετάραττον την νύκτα
της Εσπερίας τα φαντάσματα.
Η νοσταλγία τον κατέλαβε
των ταξιδίων, και των πρωινών
αφίξεων εις τους λιμένας όπου,
με τί χαράν, πρώτην φοράν εμβαίνεις.

Του Τηλεμάχου την στοργήν, την πίστιν
της Πηνελόπης, του πατρός το γήρας,
τους παλαιούς του φίλους, του λαού
του αφοσιωμένου την αγάπην,
και την ειρήνην και ανάπαυσιν
του οίκου εβαρύνθη.
Κ’ έφυγεν.

Ότε δε της Ιθάκης αι ακταί
ελιποθύμουν βαθμηδόν εμπρός του
κι έπλεε προς δυσμάς πλησίστιος,
προς Ίβηρας, προς Ηρακλείους στήλας,—
μακράν παντός Aχαϊκού πελάγους,—
ησθάνθη ότι έζη πάλιν, ότι
απέβαλλε τα επαχθή δεσμά
γνωστών πραγμάτων και οικιακών.
Και η τυχοδιώκτις του καρδιά
ηυφραίνετο ψυχρώς, κενή αγάπης.

Κ.Π.ΚΑΒΑΦΗΣ

Από τα Κρυμμένα Ποιήματα Ίκαρος 1993

3.7.09

ULISSES IN THE SEA


(ULISSES THINKING)

...TO LADY WHO VISIT THE BLOG FROM THE SOUTH...

THE SEA

ULISSES IN THE SEA

A great wave drove at him with toppling crest
spinning him round, in one tremendous blow,
and he went plunging overboard, the oar-haft
wrenched from his grip. A gust that came on howling
at the same instant broke his mast in two,
hurling his yard and sail far out to leeward.
Now the big wave a long time kept him under,
helpless to surface, held by tons of water,
tangled, too, by the seacloak of Kalypso.
Long, long, until he came up spouting brine,
with streamlets gushing from his head and beard;
but still bethought him, half-drowned as he was,
to flounder for the boat and get a handhold
into the bilge ―to crouch there, foiling death.
Across the foaming water, to and fro,
the boat careered like a ball of tumbleweed
blown on the autumn plains, but intact still.
So the winds drove this wreck over the deep,
East Wind and North Wind, then South Wind and West,
coursing each in turn to the brutal harry.

From THE ODYSSEY, book V lines 330-350
HOMER
Translated by Robert Fitzgerald