14.4.09

ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΙ ΑΙΩΝΕΣ


ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΙ ΑΙΩΝΕΣ

Ίδού η μικροτάτη Παρασκευή πάλι
σε βαφή Μεγάλης βουτηγμένη.

Μετεφέρθης άρον άρον στην εντατική
εγκαταλειψή σου.
Θεράποντες ήχοι σημάντρων
μετράνε κάθε τόσο το σφυγμό σου
ο θεΐκός αδύναμος και ο απτός σκιαγμένος
ντααααααν α ν α ν νταντόν οόν οόν

Μέτωπο αιμάτινο σου πλέκουν τ’ ακανθώδη
έθιμα
και επί τον ιματισμόν σου έβαλαν κλήρο
η νηστεία ο Μπάχ τα βαρελότα και η μέθοδος
να φτάνει με καρφιά στα άκρα του ο πόνος.

Τι κι αν εσχίσθη το καταπέτασμα των χαμομηλιών
τι κι αν χρωμάτων στρατιαί εξεπλήττοντο

σταύρωσον σταύρωσον αλαλάζουν
τα κρεοπωλεία οι ψησταριές κι οι φούρνοι.

Δε μ’ άκουσες.
Άφησες ανύμφευτη την κόμη της Μαγδαληνής
και σπατάλησες το σπάνιο Νυμφίο αρωμά σου
για να κάνεις τέστ αληθείας στην αγάπη, στον πλησίον.
Σου φώναζα να τους αφήσεις όπως είναι
όπως τους παραλάβαμε από την υπαρξιακή παράδοση
όπως περιγράφηκαν από στόμα σε στόμα
από πικρό ποτήριον σε πικρότερο. Δε γλίτωσε
σταυρώθηκε όποιος διανοήθηκε να τους επαληθεύσει.

Προσκυνώ το οικείον προσφιλές μου σφάλμα σου.
Εν συντιβή περιστέρφω τη σούβλα
αδημονώντας σε αμνέ μας.

ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ
ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΜΑΖΙ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΚΑΡΟΣ

9.4.09

ΟΙ ΑΣΑΛΕΥΤΕΣ ΚΥΡΙΕΣ ΤΩΝ ΕΠΑΡΧΙΩΝ



ΟΙ ΑΣΑΛΕΥΤΕΣ ΚΥΡΙΕΣ ΤΩΝ ΕΠΑΡΧΙΩΝ

Βρίσκω στις επαρχίες που τριγυρίζω
κάποιες κυρίες θλιμμένες και χλωμές,
που ζούνε πάντα σ’ ένα χάος γκρίζο
γεμάτο ανία, πλήξη και τιμές.

Στα σκοτεινά σαλόνια τους κινούνται
σαν τις ψυχές στον Άδη, έτσι θαρρώ.
Έρχονται οι ξένοι, μάταια συγκινούνται
και προσφέρουν το χέρι τους το αβρό.

Πόσα χεράκια τέτοια έχω φιλήσει!
Ήταν κρύα, παγωμένα, νεκρικά,
σάμπως να τάχε ο θάνατος αγγίσει
μάταια κι αυτός και δοκιμαστικά.

Στίς πληχτικές εκείνες ατμοσφαίρες
Του κάκου οι ερωτικοί χτυπούν παλμοί,
ζωντανεύουν σα φίδια οι χρυσές βέρες
και πνίγουν της καρδιάς την όποια ορμή!

Οι σύζυγοι αυστηρή εθιμοτυπία
κρατούν μαζί τους και τις απατούν.
Κάπου-κάπου ξεσπά η ζηλοτυπία,
μα σγγνώμη αυτές πρώτες τους ζητούν.

Παιδιά δεν έχουν. Στείρες, ή είχαν ένα
που πέθανε μικρό από ιλαρά.
Φυλάν λίγα μαλλάκια του κρυμμένα―
τα βλέπουνε και κλαίν κάθε φορά.

Στη μουσική ζητούν παραμυθία
και στ’ αυθόρμητα δάκρυα πού και πού.
Ά, ναί! Πολλές ιδρύουν και σωματεία
θρησκευτικού ή κοινωνικού σκοπού.

Παράξενα που με κυττούν τον πλάνο
οι ασάλευτες κυρίες των επαρχιών!
Μόλις φύγω καθίζουνε στο πιάνο
να γεμίσουν το χάος των καρδιών.

Μα τίποτε ποτέ δε θα γεμίσει
της ζωής τους το απέραντο κενό...
Πόσες τέτοιες κυρίες έχω γνωρίσει!
Με θυμούνται; Καμμιά δε λησμονώ.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣ

2.4.09

EDWARD VI

EDWARD VI

Στου Γουετμίνστερ το βουβό και σκυθρωπό αββάτο
στα πόδια των μεγάλων του προγόνων ξαπλωμένος
τον μαρμαρένιον ύπνο του ο Έδουάρδος ο Έκτος
δεκάξη χρόνων Βασιλιάς – κοιμάται αγνοημένος.

Ένα παιδί ήταν σοβαρό, ευγενικό, θλιμμένο·
Έζησε μες στο κρύο του παλάτι με βιβλία
κι είχε επισκόπους κι αυστηρούς σοφούς για συντροφιά του:
ο θανατός του ήτανε η μόνη του ιστορία.

Ούτε έρωτες είχε ποτές, ούτ’ έκανε πολέμους,
γι’ αυτό, στο μαρμαρένιο του τον τάφο δεν σκαλίσαν
τα θριαμβικά οικόσημα που οι προγονοί του αφήσαν,

μα χάραξαν βασιλικό οικόσημό του άνθη:
τα κρίνα τα γαλατικά και του Τυδόρ τα ρόδα.
Κι ως να’ ταν τ’ άνθη αληθινά, ο τάφος του εύωδα!

ΚΩΣΤΑΣ ΟΥΡΑΝΗΣ