Σκύβω εκεί κάθε βράδυ
και αμολάω τα παραπονεμένα δίχτυα μου
στα ωκεάνεια μάτια σου.
Έκει απλώνεται και εκεί φουντώνει με φλόγες πανύψηλες
η μοναξιά μου, πέρα-δώθε στον αέρα
υψώνοντας τα χέρια της σαν ναυαγός.
Ανάβω κόκκινες φρυκτωρίες
πάνω από τα εξόριστα μάτια σου
που σαν τα κύματα έρχονται της θάλασσας
και σκάνε στην ποδιά του φάρου.
Αγναντεύεις μοναχή τα ερέβη,
γυναίκα εσύ η αλαργινή και η πλησίον•
μέσ’ απ’ το βλέμμα σου
Ώρες-ώρες αναδύεται ο μακρύς γιαλός του τρόμου.
Σκύβω εκεί κάθε βράδυ
και μαζεύω τα παραπονεμένα δίχτυα μου
από τη θάλασσα εκείνη
που κλυδωνίζει τα ωκεάνεια μάτια σου.
Νυχτερινά πουλιά ραμφίζουνε τα πρώτα αστέρια
που λάμπουν εκεί απάνω
όπως λάμπει η ψυχή μου την ώρα που σ’ αγαπάω.
Καλπάζει στη ράχη του μαύρου της κέλητα η νύχτα
και τσαλαπατάει τα στάχυα τα γαλαζιανά στον κάμπο.
Pablo Neruda
ΕΙΚΟΣΙ ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΚΑΙ ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΜΙΑΝ ΕΛΠΙΔΑ
ΜΤΦΡ.ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΥΠΩΘΗΤΩ
24.6.08
ΣΚΥΒΩ ΕΚΕΙ ΚΑΘΕ ΒΡΑΔΥ
Ετικέτες
ΙΣΠΑΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ,
ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ,
NERUDA PABLO